- έρευνα, ψάξιμο
- la recerca
Griechisch-Katalanisch Wörterbuch.
Griechisch-Katalanisch Wörterbuch.
έρευνα — (Νομ.). Ανακριτική πράξη, η οποία κατά τον ΚΠΔ αποβλέπει στη βεβαίωση ενός κακουργήματος ή πλημμελήματος, στην ανακάλυψη των δραστών ή στη διαπίστωση και αποκατάσταση της ζημίας που προκάλεσε η διάπραξη ενός τέτοιου αδικήματος. Η έ. επιτρέπεται… … Dictionary of Greek
έρευνα — η 1. η πράξη του ερευνώ, αναζήτηση, αλλ. ψάξιμο: Σωματική έρευνα. 2. λεπτομερής μελέτη, εξέταση, αναζήτηση: Επιστημονική έρευνα … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)
ψάξιμο — το, ατος το να ψάχνει κανείς, η αναζήτηση, η έρευνα … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)
ανίχνευση — η προσεχτική έρευνα, ψάξιμο: Η ανίχνευση είχε γίνει με μεγάλη προσοχή … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)
Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής — Επίσημη ονομασία: Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής Συντομευμένη ονομασία: ΗΠΑ (USA) Έκταση: 9.629.091 τ. χλμ Πληθυσμός: 278.058.881 κάτ. (2001) Πρωτεύουσα: Ουάσινγκτον (6.068.996 κάτ. το 2002)Κράτος της Βόρειας Αμερικής. Συνορεύει στα Β με τον… … Dictionary of Greek
αναζήτηση — η (Α ἀναζήτησις) [ἀναζητῶ] 1. προσεκτική και επίμονη έρευνα, εξέταση, διερεύνηση 2. επίμονη ζήτηση, ψάξιμο νεοελλ. επιδίωξη, πόθος, επιθυμία … Dictionary of Greek
κοίτα(γ)μα — το (Μ κοίταγμα) [κοιτάζω] νεοελλ. 1. η κατεύθυνση και προσήλωση τών ματιών σε κάποιο σημείο, βλέμμα, ματιά 2. μτφ. λεπτομερής έρευνα σε έναν τόπο, ιδίως για ανεύρεση χαμένου αντικειμένου, ψάξιμο 3. μτφ. φροντίδα, μέριμνα για κάποιο πρόσωπο ή… … Dictionary of Greek
αναδίφηση — η η έρευνα, το ψάξιμο σε αρχεία, βιβλιοθήκες κτλ.: Η αναδίφηση αρχείων είναι μια από τις κυριότερες δουλειές του ιστορικού … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)
ψαχούλεμα — το, ατος 1. αναζήτηση, ψάξιμο, έρευνα. 2. πασπάτεμα, ψηλάφηση … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)